Δημοσιεύσεις στα Ελληνικά

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ | Απρίλιος 2014

Αποτελεί η αυξανόμενη ανισότητα εμπόδιο στην οικονομική ανάκαμψη των ΗΠΑ;

Η οικονομία των Ηνωμένων Πολιτειών αναπτύσσεται με μέτριο ρυθμό μετά από την επίσημη λήξη της Ύφεσης το 2009. Το έλλειμμα του προϋπολογισμού μειώνεται σταθερά, ο πληθωρισμός βρίσκεται υπό έλεγχο και το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε από 9,8% στο 6,7% (τον Μάρτιο του 2014). Η περιοριστική δημοσιονομική πολιτική των τελευταίων τριών ετών έχει ασκήσει αρνητική επίδραση στη συνολική ζήτηση και την ανάπτυξη, η οποία έχει αντισταθμιστεί από την αύξηση της εγχώριας ιδιωτικής ζήτησης. Οι καθαρές εξαγωγές είχαν αμελητέες (θετικές) επιπτώσεις στην ανάπτυξη. Όπως σημείωσε ο Wynne Godley to 1999, στην πρώτη έκδοση της σειράς «Στρατηγική Ανάλυση» που έφερε τον τίτλο «Seven Unsustainable Processes» (Επτά μη βιώσιμες διαδικασίες), αν μια οικονομία αντιμετωπίζει χαμηλή ζήτηση για καθαρές εξαγωγές και η δημοσιονομική πολιτική είναι περιοριστική, η οικονομική ανάπτυξη καθίσταται «εξαρτώμενη από την αύξηση του ιδιωτικού δανεισμού», δηλαδή από το να συνεχίζει ο ιδιωτικός τομέας να δαπανά πέραν του εισοδηματός του. Ωστόσο, αυτή η συνεχιζόμενη τάση, η επίμονη αύξηση στην αναλογία του χρέους προς το διαθέσιμο εισόδημα του ιδιωτικού τομέα δεν είναι βιώσιμη μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Ως εκ τούτου, αν οι δαπάνες σταματήσουν να αυξάνονται σε σχέση με το εισόδημα, χωρίς να υπάρχει δημοσιονομική χαλάρωση ή απότομη ανάκαμψη των καθαρών εξαγωγών, η δυναμική της επέκτασης θα εξανεμισθεί και η παραγωγή δεν θα αυξηθεί αρκετά γρήγορα για να σταματήσει η άνοδος της ανεργίας. Επιπλέον, επειδή η ανάπτυξη εξαρτάται σε τόσο μεγάλο βαθμό από «την αύξηση του ιδιωτικού δανεισμού», η πραγματική οικονομία «βρίσκεται στο έλεος της χρηματιστηριακής αγοράς σε ασυνήθιστο βαθμό». Η ανάλυση του Godley αποδείχθηκε σωστή. Η κρίση του 2001 και η Ύφεση του 2007–09 επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά του.

Δεκαπέντε χρόνια μετά, η οικονομία των ΗΠΑ φαίνεται να ακολουθεί και πάλι τον ίδιο δρόμο. Η εξωτερική ζήτηση παραμένει αδύναμη και η κυβέρνηση εφαρμόζει περιοριστική δημοσιονομική πολιτική. Για άλλη μια φορά, η ανάκαμψη που προβλέπεται από το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου βασίζεται στον υπερβολικό δανεισμό του ιδιωτικού τομέα και, για άλλη μια φορά, είναι στο έλεος της χρηματιστηριακής αγοράς. Δεδομένου ότι η κατανομή του εισοδήματος έχει επιδεινωθεί από την εποχή της κρίσης, μια τάση που συνεχίζεται εδώ και 35 χρόνια, το βάρος του χρέους θα πέσει και πάλι δυσανάλογα στους ώμους της μεσαίας τάξης και στα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού. Στο πλαίσιο αυτό, για να υλοποιηθούν οι προβλέψεις του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κογκρέσου, τα νοικοκυριά που ανήκουν στο εισοδηματικά κατώτερο 90% του πληθυσμού θα πρέπει να αρχίσουν να συσσωρεύουν και πάλι χρέος, σύμφωνα με την τάση των τελευταίων 30 ετών, ενώ το απόθεμα του χρέους για το εισοδηματικά ανώτερο 10% του πληθυσμού θα παραμείνει στα σημερινά του επίπεδα.

Είναι σαφές ότι η αυτή η διαδικασία δεν είναι βιώσιμη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι αντιμέτωπες με την επιλογή ανάμεσα σε δύο ανεπιθύμητα αποτελέσματα: μια παρατεταμένη περίοδο χαμηλής ανάπτυξης και στασιμότητας ή μια οικονομική επέκταση τροφοδοτούμενη από μια φούσκα που θα καταλήξει σε μια σοβαρή χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση. Η μόνη διέξοδος από αυτό το δίλημμα είναι να αντιστραφεί η τάση προς την αυξανόμενη εισοδηματική ανισότητα.

Γρήγοροι Σύνδεσμοι