Δημοσιεύσεις στα Ελληνικά

Κατανομή Εισοδήματος και Πλούτου


Σχετιζόμενες δημοσιεύσεις

  • ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ No. 3 | Μάρτιος 2015
    Από το κακό στο χειρότερο
    Σε ένα πρόσφατο κείμενο πολιτικής («A Decade of Flat Wages?») εξετάσαμε την εξέλιξη των μισθών από το 1994 και βρήκαμε ότι ενώ οι μισθοί αυξήθηκαν μεταξύ 1994 και 2002, ο μέσος πραγματικός μισθός από το 2002-03 είτε παρέμεινε στάσιμος είτε μειώθηκε. Η παρούσα μελέτη παρέχει μια πιο λεπτομερή ανάλυση της τάσης των μισθών, επικεντρώνοντας την προσοχή στις περιόδους μετά τις υφέσεις του 2001 και του 2007-09. Πριν από την περίοδο 2002-03 υπήρξε συνεκτική ανάπτυξη των μισθών για τους μισθωτούς πλήρους απασχόλησης ανάμεσα σε όλες τις δημογραφικές. Ωστόσο, μετά το 2002-03 υπάρχει σαφής απόκλιση στις τάσεις των μισθών ανάμεσα στις διαφορετικές δημογραφικές ομάδες, με την πλειοψηφία των εργαζομένων να βιώνουν πτώση των μισθών. Αυτό δεν αποτελεί μια βραχυπρόθεσμη πτώση των μισθών μεταξύ λίγων μεμονωμένων ή αριθμητικά ασήμαντων ομάδων. Σχεδόν τα δύο τρίτα του συνόλου των μισθωτών πλήρους απασχόλησης διαθέτουν μορφωτικό επίπεδο χαμηλότερο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και είδαν τους μισθούς τους να μειώνονται σε σύγκριση με τους μισθούς του ανώτερου επιπέδου το 2002. Οι εργαζόμενοι ηλικίας έως και 44 ετών, που αντιπροσωπεύουν πάνω από 38 εκατομμύρια μισθωτούς πλήρους απασχόλησης ή το 71,4% του συνόλου των μισθωτών πλήρους απασχόλησης στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2013, βίωσαν επίσης μεγάλη πτώση στην αθροιστική αύξηση των μισθών μετά το 2002. Όσον αφορά τις μισθολογικές ομάδες, αυτοί που ανήκουν στο χαμηλότερο 75% της μισθολογικής κατανομής βίωσαν πτώση των πραγματικών μισθών ενώ εκείνοι που βρίσκονται στην κορυφή της μισθολογικής κατανομής είδαν τους μισθούς τους να αυξάνονται, που είναι σαφές στοιχείο της αύξησης των μισθολογικών ανισοτήτων. Δεδομένης της πτωτικής τάσης των πραγματικών μισθών για την πλειοψηφία των μισθωτών πλήρους απασχόλησης από το 2009, δεν θα πρέπει να αποτελεί καμία έκπληξη το γεγονός ότι η οικονομική ανάκαμψη υπήρξε αδύναμη. Εν απουσία μιας πολιτικής του εργοδότη έσχατης καταφυγής, η ομοσπονδιακή και πολιτειακή πολιτική πρέπει να επικεντρώσει τις προσπάθειές της για την αύξηση των μισθών μέσω μέτρων όπως η προοδευτική φορολογική πολιτική, η αύξηση του κατώτατου μισθού, η εξασφάλιση της εφαρμογής των νόμων περί υπερωριακής αμοιβής και η δημιουργία ευκαιριών για τους πιο ευάλωτους εργαζόμενους.
    Αρχείο:
    Σχετικό Πρόγραμμα:
    Συγγραφέας/είς:

  • ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ No. 4 | Ιούνιος 2014
    Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, τα χαμηλά ποσοστά ανεργίας, οι αυξήσεις του κατώτατου μισθού και οι βελτιώσεις στην παραγωγικότητα της εργασίας συνέβαλαν στην άνοδο των μισθών, που μεταφράστηκε σε μια αθροιστική αύξηση των πραγματικών μισθών της τάξης του 12,4% από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 μέχρι το 2002. Οι πραγματικοί μισθοί έμειναν στάσιμοι στη συνέχεια, παρά την συνεχιζόμενη αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας. Η περίοδος μεταξύ 2002 και 2013 έχει γίνει γνωστή ως η δεκαετία της στασιμότητας των μισθών. Ωστόσο, την ίδια χρονική περίοδο υπήρξαν σημαντικές αλλαγές στη σύνθεση της αγοράς εργασίας. Συγκεκριμένα, το εργατικό δυναμικό γερνάει και γίνεται πιο ειδικευμένο. Η αύξηση ηλικίας, εργασιακής εμπειρίας και μορφωτικού επιπέδου θα μπορούσαν κάλλιστα να οδηγήσουν στην αύξηση των πραγματικών μισθών, πράγμα που σημαίνει ότι οι μισθοί των εργαζομένων μιας συγκεκριμένης ηλικιακής διάρθρωσης και ενός συγκεκριμένου μορφωτικού προφίλ μπορεί στην πραγματικότητα να μειώθηκαν κατά τη διάρκεια της δεκαετίας. Κι αυτό ακριβώς αποκαλύπτει το παρόν σημείωμα πολιτικής: μια δεκαετία φαινομενικά στάσιμων μισθών ήταν στην πραγματικότητα μια δεκαετία πτωτικής τάσης των πραγματικών μισθών για τους εργαζόμενους ενός συγκεκριμένου ηλικιακού και μορφωτικού προφίλ.
    Αρχείο:
    Σχετικό Πρόγραμμα:
    Συγγραφέας/είς:
    Fernando Rios-Avila Julie L. Hotchkiss

  • ΚΕΙΜΕΝO ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ No. 132 | Μάιος 2014
    H μέτρηση της σοβαρότητας της φτώχειας σε μια δεδομένη χώρα πρέπει να εξετάζει με έναν αρκετά περιεκτικό τρόπο το κατά πόσο τα άτομα και τα νοικοκυριά ξεπερνούν κάποιο βασικό όριο όσον αφορά την υλική ευημερία. Ωστόσο, αν και αυτό το σημείο πιθανώς να φαίνεται προφανές, στις περισσότερες περιπτώσεις οι επίσημες μετρήσεις της φτώχειας αποτυγχάνουν αυτή τη δοκιμασία, πολύ συχνά λόγω μια πολύ σημαντικής παράλειψης. Σε αυτό το κείμενο πολιτικής, ο ανώτατος μελετητής Ajit Zacharias και οι ερευνητές Thomas Masterson και Emel Memiş παρουσιάζουν μια εναλλακτική μέτρηση της φτώχειας για την Τουρκία, καθώς και τα διδάγματα πολιτικής που ακολουθούν. Η έρευνά τους αποκαλύπτει ότι ο αριθμός των ανθρώπων που ζουν σε συνθήκες φτώχειας, καθώς και το βάθος και η σοβαρότητα της στέρησής τους έχει υποτιμηθεί σημαντικά. Η έκθεση αυτή αποτελεί μέρος ενός μόνιμου πρότζεκτ του Levy Institute για τη φτώχεια χρόνου, το οποίο έχει παράγει ερευνητικά αποτελέσματα για χώρες της Λατινικής Αμερικής, την Κορέα, και τώρα τη Τουρκία, με στόχο την επέκταση αυτής της προσέγγισης και σε άλλες χώρες.

  • ΜΟΝΟΣΕΛΙΔΟ No. 46 | Φεβρουάριος 2014
    Το Μέτρο Φτώχειας Χρόνου και Κατανάλωσης του Levy Institute (LIMTCP) είναι ένα δισδιάστατο μέτρο που λαμβάνει υπόψη τόσο τις απαραίτητες καταναλωτικές δαπάνες όσο και το χρόνο που απαιτείται από τα νοικοκυριά για την επίτευξη ενός ελάχιστου επιπέδου διαβίωσης, παράγοντες που συχνά αγνοούνται από την επίσημη μέτρηση της φτώχιας. Στην περίπτωση της Τουρκίας, η εφαρμογή του LIMTCP αποκαλύπτει την ύπαρξη κρυφής φτώχειας για επιπλέον 7,6 εκατομμύρια άτομα, με αποτέλεσμα το ποσοστό φτώχειας να είναι 10 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο από το επίσημο ποσοστό φτώχειας, που καταγράφεται στο 30%.

  • ΜΟΝΟΣΕΛΙΔΟ No. 45 | Ιανουάριος 2014
    Τα επίσημα ποσοστά φτώχειας στην Κορέα και σε άλλες χώρες αγνοούν το γεγονός ότι η άμισθη παραγωγή των νοικοκυριών συμβάλλει στην εκπλήρωση των υλικών αναγκών και των επιθυμιών που είναι απαραίτητες για την επίτευξη ενός ελάχιστου επιπέδου διαβίωσης. Με το να θεωρούνται δεδομένες οι δουλειές του νοικοκυριού, οι επίσημες εκτιμήσεις παρέχουν ανακριβή μέτρηση του εύρους και του βάθους της φτώχειας και μπορεί να οδηγήσουν τους χαράκτες πολιτικής σε εσφαλμένα συμπεράσματα.

  • ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚH ΕΡΓΑΣΙΑ ΥΠΟ ΕΞΕΛΙΞΗ No. 752 | Φεβρουάριος 2013
    Θα μπορούσε να περιμένει κανείς ότι η διόγκωση της εισοδηματικής ανισότητας στις ΗΠΑ θα μείωνε την αύξηση της ζήτησης και θα δημιουργούσε τροχοπέδη στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας λόγω του ότι τα υψηλότερα εισοδηματικά στρώματα ξοδεύουν μικρότερο ποσοστό του εισοδήματος τους. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι αυξήθηκε η ανισότητα κατά τη διάρκεια των τελευταίων εικοσιπέντε ετών, τα επίπεδα ανάπτυξης και απασχόλησης στις ΗΠΑ ήταν αρκετά ισχυρά με βάση τα ιστορικά δεδομένα μέχρι και τη Μεγάλη Κάμψη. Η εργασία αναλύει αυτό το παράδοξο διαχωρίζοντας τις δαπάνες των νοικοκυριών, το εισόδημα, τις αποταμιεύσεις και το χρέος ανάμεσα στο εισοδηματικά ανώτερο 5% και το εισοδηματικά χαμηλότερο 95%. Ανακαλύπτουμε ότι το εισοδηματικά ανώτερο 5% δαπανούσε πράγματι μικρότερο ποσοστό του εισοδήματος, αλλά αυτό δεν επηρέασε τη ζήτηση επειδή αυξήθηκε το μερίδιο των καταναλωτικών δαπανών του εισοδηματικά χαμηλότερου 95%, το οποίο συνοδεύτηκε από ιστορικά επίπεδα δανεισμού. Η μη βιώσιμη αύξηση της μόχλευσης των νοικοκυριών που ήταν συγκεντρωμένη στο 95% του εισοδηματικού κλιμακίου προκάλεσε τελικά τη Μεγάλη Κάμψη. Η αρνητική επίπτωση της αυξανόμενης ανισότητας στη ζήτηση θα μπορούσε να αποτελέσει μια εξήγηση για τη στάσιμη ανάκαμψη της οικονομίας μετά το τέλος της ύφεσης.

  • ΚΕΙΜΕΝO ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ No. 126 | Νοέμβριος 2012
    Γιατί η «έλλειψη χρόνου» είναι σημαντική για τη φτώχεια
    Δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε επαρκώς πόση πολύ ή πόση λίγη πρόοδος έχει γίνει για την αντιμετώπιση της κατάστασης των πιο ευάλωτων στις κοινωνίες μας, ή να παρέχουμε σωστή καθοδήγηση στους χαράκτες πολιτικής που στοχεύουν στη βελτίωση των ικανοτήτων του κάθε ατόμου και νοικοκυριού να επιτύχει ένα βασικό βιοτικό επίπεδο, αν δεν διαθέτουμε ένα αξιόπιστο μέσο μέτρησης της φτώχειας. Με την υποστήριξη του Προγράμματος Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών και της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, οι Ανώτατοι Μελετητές Ράνια Αντωνοπούλου και Ajit Zacharias και ο ερευνητής-μελετητής Thomas Masterson έχουν κατασκευάσει ένα εναλλακτικό εργαλείο για τη μέτρηση της φτώχειας που, όταν εφαρμόστηκε στις περιπτώσεις της Αργεντινής, της Χιλής και του Μεξικού, αποκάλυψε σημαντική τυφλά σημεία στους επίσημους αριθμούς φτώχειας.

  • ΜΟΝΟΣΕΛΙΔΟ No. 34 | Οκτώβριος 2012
    Η σημασία του προβλήματος της «έλλειψης χρόνου»
    Τα τυπικά πρότυπα για τη μέτρηση της φτώχειας υποθέτουν ότι όλα τα νοικοκυριά και τα άτομα διαθέτουν αρκετό χρόνο για να ασχοληθούν επαρκώς με τις ανάγκες των μελών του νοικοκυριού (μαγείρεμα, καθάρισμα, φροντίδα των παιδιών, κοκ), καθήκοντα που είναι απολύτως αναγκαία για την επίτευξη ενός ελάχιστου βιοτικού επιπέδου. Αλλά αυτή η υπόθεση είναι ψευδής. Με τη στήριξη του Προγράμματος Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών και του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας, οι Ανώτατοι Μελετητές Pάνια Αντωνοπούλου και Ajit Zacharias και ο ερευνητής Thomas Masterson έχουν σχεδιάσει έναν εναλλακτικό δείκτη για την μέτρηση της φτώχειας, που εφαρμόστηκε στις περιπτώσεις της Αργεντινής, της Χιλής και του Μεξικού και αποκαλύπτει πόσο μεγάλα είναι τα κενά στις επίσημες μετρήσεις. Για πολλούς λόγους, ορισμένα νοικοκυριά μπορεί να μην έχουν αρκετό χρόνο, και έτσι αντιμετωπίζουν «έλλειψη χρόνου».

Press Room

Οι οικονομικές προκλήσεις της νέας κυβέρνησης


Ανησυχίες για το αυξανόμενο δημόσιο χρέος των ΗΠΑ;


Αποψη: Η μυθολογία των 100 ή 200 δισ. κόστους διαχείρισης ΣΥΡΙΖΑ


Οι αστοχίες που προετοιμάζουν τη νέα οικονομική κρίση


Πώς πρέπει να μετράμε την ευημερία;


Προυποθεσεισ για Ισχυρη Επανεκκινηση τησ Οικονομιασ

Στα Media